14 Καὶ ἐξελθὼν ὁ ᾿Ιησοῦς εἶδε πολὺν ὄχλον, καὶ ἐσπλαγχνίσθη ἐπ᾿ αὐτοῖς καὶ ἐθεράπευσε τοὺς ἀρρώστους αὐτῶν. 15 ὀψίας δὲ γενομένης προσῆλθον αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ λέγοντες· ἔρημός ἐστιν ὁ τόπος καὶ ἡ ὥρα ἤδη παρῆλθεν· ἀπόλυσον τοὺς ὄχλους, ἵνα ἀπελθόντες εἰς τὰς κώμας ἀγοράσωσιν ἑαυτοῖς βρώματα. 16 ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· οὐ χρείαν ἔχουσιν ἀπελθεῖν· δότε αὐτοῖς ὑμεῖς φαγεῖν. 17 οἱ δὲ λέγουσιν αὐτῷ· οὐκ ἔχομεν ὧδε εἰ μὴ πέντε ἄρτους καὶ δύο ἰχθύας. 18 ὁ δὲ εἶπε· φέρετέ μοι αὐτοὺς ὧδε. 19 καὶ κελεύσας τοὺς ὄχλους ἀνακλιθῆναι ἐπὶ τοὺς χόρτους, λαβὼν τοὺς πέντε ἄρτους καὶ τοὺς δύο ἰχθύας, ἀναβλέψας εἰς τὸν οὐρανὸν εὐλόγησε, καὶ κλάσας ἔδωκε τοῖς μαθηταῖς τοὺς ἄρτους, οἱ δὲ μαθηταὶ τοῖς ὄχλοις. 20 καὶ ἔφαγον πάντες καὶ ἐχορτάσθησαν, καὶ ἦραν τὸ περισσεῦον τῶν κλασμάτων δώδεκα κοφίνους πλήρεις. 21 οἱ δὲ ἐσθίοντες ἦσαν ἄνδρες ὡσεὶ πεντακισχίλιοι χωρὶς γυναικῶν καὶ παιδίων.22 Καὶ εὐθέως ἠνάγκασεν ὁ ᾿Ιησοῦς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ ἐμβῆναι εἰς τὸ πλοῖον καὶ προάγειν αὐτὸν εἰς τὸ πέραν, ἕως οὗ ἀπολύσῃ τοὺς ὄχλους.
14 Καὶ ἐξελθὼν ὁ ᾿Ιησοῦς εἶδε πολὺν ὄχλον, καὶ ἐσπλαγχνίσθη ἐπ᾿ αὐτοῖς καὶ ἐθεράπευσε τοὺς ἀρρώστους αὐτῶν.
Τόσος πολύς ήταν ο πόθος για τον Κύριο, ώστε ο κόσμος δεν έφυγε από κοντά Του ούτε και όταν άκουσε για τον τραγικό θάνατο του Ιωάννου. Ο δε Κύριος τους θεράπευσε όλους χωρίς αυτή την φορά να απαιτήσει πίστη απ’ αυτούς καθότι το ότι έτρεξαν με προθυμία κοντά Του και ότι εγκατέλειψαν τις πόλεις τους, το ότι καταπιέζονταν από την πείνα, φανέρωναν πίστη.
15 ὀψίας δὲ γενομένης προσῆλθον αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ λέγοντες· ἔρημός ἐστιν ὁ τόπος καὶ ἡ ὥρα ἤδη παρῆλθεν· ἀπόλυσον τοὺς ὄχλους, ἵνα ἀπελθόντες εἰς τὰς κώμας ἀγοράσωσιν ἑαυτοῖς βρώματα.
Παρότι είχαν δε και άλλη φορά κοφίνια να γεμίζουν με άρτους θαυματουργικά, εν τούτοις δεν περίμεναν να συμβεί και πάλι ένα ανάλογο θαύμα. Γιατί; Διότι ήταν ατελής η πίστη τους.
16 ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· οὐ χρείαν ἔχουσιν ἀπελθεῖν· δότε αὐτοῖς ὑμεῖς φαγεῖν.
Πρόσεξε, δεν τους είπε εγώ θα τους δώσω να φάνε, αλλά δώστε τους εσείς. Διότι ακόμη τον θεωρούσαν άνθρωπο. Έτσι οι μαθητές του απαντούν μη έχοντας και πάλι συναίσθηση το ποιον έχουν απέναντί τους:
17 οἱ δὲ λέγουσιν αὐτῷ· οὐκ ἔχομεν ὧδε εἰ μὴ πέντε ἄρτους καὶ δύο ἰχθύας. 18 ὁ δὲ εἶπε· φέρετέ μοι αὐτοὺς ὧδε. 19 καὶ κελεύσας τοὺς ὄχλους ἀνακλιθῆναι ἐπὶ τοὺς χόρτους, λαβὼν τοὺς πέντε ἄρτους καὶ τοὺς δύο ἰχθύας, ἀναβλέψας εἰς τὸν οὐρανὸν εὐλόγησε, καὶ κλάσας ἔδωκε τοῖς μαθηταῖς τοὺς ἄρτους, οἱ δὲ μαθηταὶ τοῖς ὄχλοις. 20 καὶ ἔφαγον πάντες καὶ ἐχορτάσθησαν, καὶ ἦραν τὸ περισσεῦον τῶν κλασμάτων δώδεκα κοφίνους πλήρεις. 21 οἱ δὲ ἐσθίοντες ἦσαν ἄνδρες ὡσεὶ πεντακισχίλιοι χωρὶς γυναικῶν καὶ παιδίων.
Γιατί πριν την επιτέλεση του θαύματος σήκωσε τα μάτια Του στον ουρανό; -Διότι έπρεπε να πιστεύουν οι άνθρωποι ότι απεστάλη από τον Πατέρα του και ότι είναι ίσος μ’ Αυτόν. Την ισότητα την αποδείκνυε πράττοντας θαύματα ως εξουσίαν έχων, την δε προέλευση, λειτουργώντας με ταπείνωση και επικαλούμενος τον Πατέρα.
Μήπως δεν μπορούσε να δημιουργήσει τροφή χωρίς αυτή να υπάρχει; Για να κλείσει τα στόματα του Μαρκίωνος και του Μανιχαίου που τον αποξένωναν από τη φύση και για να διδάξει με τα έργα Του ότι αυτά και όλα τα ορατά είναι δημιουργήματα δικά Του διά τούτου πολλαπλασίασε τους άρτους. Διότι και στην Δημιουργία από την γη παρήγαγε τους καρπούς και από το νερό τα ζώντα ερπετά. Αυτό αποδείκνυε την εξουσία του και επί ξηράς και επί θαλάσσης.
Δείτε όμως και την πνευματικότητα των μαθητών οι οποίοι μολονότι βρίσκονταν τόσο μακριά από την πόλη είχαν μαζί τους μόνο πέντε ψάρια παρότι ήταν δώδεκα στον αριθμό και είχαν τόσες λίγες προμήθειες μαζί τους διότι είχαν πάψει να μεριμνούν για τα υλικά.
Το θαύμα έγινε και περίσσεψαν λέει κομμάτια άρτων όχι ολόκληροι άρτοι με σκοπό να δείξει ότι αυτά ήταν υπολείμματα των ολόκληρων άρτων. Και έκανε λέει να περισσεύσουν δώδεκα κοφίνια για να κρατήσει και ο Ιούδας ένα. Μπορούσε βέβαια να σβήσει με θαύμα την πείνα του πλήθους όμως ούτε και αυτό το έκανε γιατί με το θαύμα ήθελε να δείξει την δύναμή Του.
22 Καὶ εὐθέως ἠνάγκασεν ὁ ᾿Ιησοῦς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ ἐμβῆναι εἰς τὸ πλοῖον καὶ προάγειν αὐτὸν εἰς τὸ πέραν, ἕως οὗ ἀπολύσῃ τοὺς ὄχλους.
Γιατί τους ανάγκασε να φύγουν; Έτσι έκανε πάντα μετά την επιτέλεση ενός μεγάλου θαύματος και για να μας διδάξει με αυτό τον τρόπο την μετριοφροσύνη.
Το θαύμα αυτό μας διδάσκει και κάτι ακόμη: Να μάθουμε την τέχνη της ελεημοσύνης και της ευσπλαχνίας. Η τέχνη αυτή είναι ανώτερη από όλες τις άλλες τέχνες κι όμως δεν χρειάζεται ούτε κόπος ούτε χρόνος για να την ασκήσει κανείς. Σκέψου, γιατί τα χρήματα τα ονόμασαν έτσι; Διότι όποιος τα κατέχει πρέπει να ξέρει και να τα χρησιμοποιεί. Η τέχνη λοιπόν αυτή έχει τέλος της τον ουρανό και τα επουράνια αγαθά που κανείς άνθρωπος δεν μπορεί να περιγράψει την ωραιότητά τους.
Πρωτοπρ. Μιχαήλ Στεφάνου από την μελέτη στον Ιερό Χρυσόστομο